28/4/08

Η καινούρια παλιά μου πόλη

Οι γιορτές είναι συνήθως ευκαιρία να θυμηθούμε την γωνιά που μεγαλώσαμε και τους ανθρώπους, γέρους πια, που συνέβαλαν σε αυτό.

Αυτή η επιστροφή στις ρίζες έχει κάθε φορά διαφορετικό χρώμα. Τα πρώτα χρόνια είναι ευκαιρία να δεις τα φιλαράκια σου, να θυμηθείς τις σχολικές σου σκανδαλιές. Όσο απομακρύνεσαι από την χρονική αφετηρία η επιστροφή θυμίζει ανασκαφή, η οποία βγάζει στο φώς κάτι καλά ξεχασμένο, που αν και ευχάριστο, τώρα σου φέρνει μελαγχολία και ένα περίεργο κενό: το κενό που εύχεσαι να είχες γεμίσει με όλα αυτά τα οποία ονειρευόσουν να ζήσεις, αποχαιρετώντας την πόλη σου για πρώτη φορά.

Η βόλτα στα μαγαζιά είναι μια αποκάλυψη… «Θα πας να τα πάρεις από εκείνο το μαγαζάκι, στην πλατεία…» . Το παλιό μαγαζάκι με «Είδη διατροφής» έχει μετατραπεί σε ένα πολυτελέστατο αρτοποιείο και η κυρά-Κούλα , που σε χαιρέταγε με ένα πλατύ χαμόγελο: «Καλώς το κορίτσι», μάλλον έχει πάρει σύνταξη πια, γιατί τώρα στην υποδοχή βρίσκεται μια ευγενική κοπελίτσα: «Παρακαλώ, τι θα θέλατε;» . Στο επόμενο κατάστημα με περιμένει μια έκπληξη. «Θα ήθελα…» το μάτι σταματάει σε μια ανδρική φιγούρα που κάτι μου θυμίζει.. «Θοδωρή;» . Ο Θοδωρής, ένας πρώην Δον-Ζουάν των δυτικών προαστίων, και νυν τριαντα-φευγάρης, με την κοιλίτσα ενός καλού οικογενειάρχη που σέβεται τον εαυτό του, και μερικές επαναστατημένες τρίχες στο κατά τα άλλα λαμπερό κεφάλι, χαμογελάει . «Και έλεγα , είσαι –δεν είσαι …» . 'Αντε να χωρέσεις κοντά είκοσι χρόνια σε μερικές προτάσεις. «Τελείωσα την σχολή, αλλά δεν… Από ‘δώ η γυναίκα μου… Η ζωή; Εδώ…Το μαγαζί, τα πιτσιρίκια …» Και η ζωή συνεχίζεται… Συνεχίζεται, άραγε ;;

Ξαφνικά συνειδητοποιώ ότι δεν ξέρω που πάω. Οι οδηγίες που μου δίνει κάποιος περαστικός είναι ιδιαίτερα κατατοπιστικές : «Α, ναι! Είναι κοντά στον ‘Ελευθερουδάκη’...» Στον ποιόν ;! Μου έρχεται στο μυαλό ένα επταώροφο κτήριο στην Πανεπιστημίου των Αθηνών, και με πιάνει απόγνωση: στην πόλη που κάποτε παινευόμουν ότι ήξερα την κάθε γωνιά, τώρα αισθάνομαι χειρότερα και από τουρίστας!

Δεν νιώθω να ανήκω πια σ’ αυτήν την πόλη. Το χειρότερο είναι ότι δεν νιώθω να ανήκω ούτε στον τόπο που δηλώνω ως μόνιμη κατοικία. Συνήθιζα να λέω ότι τον τόπο σου δεν τον κάνουν τα κτήρια, αλλά οι άνθρωποι: όταν περιβάλλεσαι από ανθρώπους που αγαπάς, σημαίνει ότι βρίσκεσαι στον τόπο σου. Ποτέ δεν προβληματίστηκα τι γίνεται όταν μας τελειώσουν οι εν λόγω άνθρωποι, και σου μένουν τα κτήρια...

Στα εφηβικά μου χρόνια, όποτε με πιαναν οι μαύρες μου, στρωνόμουνα στο αγαπημένο μου παγκάκι, που κατ’ εμέ έχει το καλύτερο ηλιοβασίλεμα της πόλης, και άφηνα το θαλασσινό αεράκι να ανακατέψει τις σκέψεις μου, για να τις ρίξει στο μονοπάτι που σχημάτιζε ο ήλιος στα νερά της θάλασσας, μπας και πάρουν λίγο από το φώς του. Πολύ χάρηκα που το παγκάκι ήταν εκεί, έστω και σε μια πιο σύγχρονη εκδοχή του. Ευτυχώς το αεράκι συνεχίζει να μυρίζει θάλασσα, και το μονοπάτι παραμένει εξίσου φωτεινό... Τι καλά που μερικά πράγματα δεν αλλάζουν!



Η επιστροφή στις ρίζες έχει κάθε φορά διαφορετικό χρώμα.... Αυτήν την φορά έχω την αλλόκοτη αίσθηση ότι ένας κύκλος της ζωής μου ολοκληρώθηκε και είμαι στο κατώφλι ενός άλλου, που δεν ξέρω πως θα είναι, ξέρω όμως σίγουρα ότι θα είναι κάτι εντελώς διαφορετικό...

Χριστός Ανέστη και Χρόνια μας Πολλά!

Δεν υπάρχουν σχόλια: