25/12/10

Stand by me...

Μου λείπεις…
Μ’ αρέσει να φυλάω την μορφή σου στην άκρη του μυαλού μου, για να φωτίζει τις σκοτεινές γωνιές του όταν τα φώτα χαμηλώνουν…
Σε φαντάζομαι να έρχεσαι δίπλα μου, όταν τα πάντα γύρω μου μοιάζουν να καταρρέουν…Δεν λες τίποτα, δεν χρειάζεται άλλωστε, απλά είσαι εκεί, για να νιώθω την θαλπωρή της παρουσίας σου.
Κάποιες φορές η αίσθηση είναι τόσο μεθυστική, που αφήνομαι να βουλιάξω στη φαντασίωση, με την ηχώ της πραγματικότητας να φτάνει μέσα από το φίλτρο ενός απύθμενου πηγαδιού, υπόκωφη και εντελώς παράταιρη. 
Όχι πως μου αρκεί αυτό…
Το άγγιγμά σου με γαληνεύει. Νιώθω πως ανήκω εκεί, στη ζεστασιά και την ενέργεια του κορμιού σου. Είναι τόσο οικείο…Σαν να σε ήξερα πριν ακόμα γεννηθώ. 
Δεν μπορώ να το εξηγήσω…Αλλά ούτε και να το τιθασέψω δεν μπορώ. Απλά συμβαίνει…
Και είναι τόσο βασανιστικά έντονο, που η αδυναμία να το βιώσω στη φυσική του υπόσταση με αδειάζει…

4/11/10

Εικόνες στην ομίχλη

Είναι μία από εκείνες τις φορές που νιώθεις τη ζωτική ενέργεια της αισιοδοξίας να σε εγκαταλείπει. Σαν τον ναυαγό στον παγωμένο ωκεανό της απογοήτευσης, ψάχνεις απεγνωσμένα μια χαψιά φρέσκου αέρα να γεμίσεις τα πνευμόνια σου, για να μπορέσεις  να αντέξεις μέχρι που να περάσει το επόμενο κύμα. Όμως ο αέρας γίνεται όλο και πιο αραιός και το σώμα όλο και πιο βαρύ…
Το παραμύθι της ζωής, που γράφτηκε κάπου πίσω στα πρώτα παιδικά χρόνια, μετατρέπεται σε κακογυρισμένη παρωδία, όπου καλείσαι να πρωταγωνιστήσεις, παρά τη θέληση σου. Κάθε φορά που νιώθεις ότι βρήκες επιτέλους κάπου να ακουμπήσεις, και αρχίζεις να απλώνεις λίγο-λίγο τα φτερά σου, ένα σχεδόν ανεπαίσθητο αεράκι διώχνει την ομίχλη, και μετα λύπης διαπιστώνεις πως δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια παραίσθηση. Ένα παιχνίδισμα του φωτός και της φαντασίας σου στους σχηματισμούς που κάνουν τα περαστικά συννεφάκια το σούρουπο. 

Αυτός ο κόσμος δεν είναι για μένα. Δεν τον καταλαβαίνω και δεν χωράω σ’ αυτόν.
Η αυθεντικότητα είναι ιδιότητα υπό εξαφάνιση. Η ειλικρίνεια θυσιάζεται στο βωμό των καλών δημοσίων σχέσεων, και η εμπιστοσύνη είναι ένα πιάτο σ’ ένα αμφιβόλου φήμης εστιατόριο, που το τρως απλά γιατί πρέπει, κρατώντας πάντα τις επιφυλάξεις σου και ένα καθαρτικό στην τσέπη σου.
Ίσως το πιο δύσκολο να χειριστείς, είναι εκείνο το αδικαιολόγητο αίσθημα οικειότητας, που κάτι φορές ξεπηδάει εκεί που δεν το περιμένεις, και σου δημιουργεί την παρόρμηση να απλώσεις το χέρι για να ακουμπήσεις κάποιον άγνωστο. Τότε είναι που αναρωτιέσαι:  « Και αν το χέρι που εγώ απλώσω, συναντήσει το επιτιμητικό βλέμμα του άλλου, ή ακόμα χειρότερα το χλευασμό του, μετά εγώ τι το κάνω; Το βάζω στην τσέπη ή το κόβω;». Και έτσι απλά μένεις να κοιτάς από μακριά, αμέτοχος παρατηρητής, ελπίζοντας σε ένα θαύμα, που φυσικά ποτέ δεν έρχεται. 

Θα προτιμούσα να ήμουν ηρωίδα σε κάποιο αρχαίο ελληνικό δράμα. Εκεί τουλάχιστον πάντα υπάρχει και ένας από μηχανής θεός που στο τέλος βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Τώρα που και οι θεοί του Ολύμπου έχουν περάσει στη λήθη τι μου μένει να περιμένω;

10/10/10

Σκαλίζοντας τους κοινόχρηστους φακέλους των κρυμμένων αναγκών.

“We're born alone, we live alone, we die alone. Only through our love and friendship can we create the illusion for the moment that we're not alone.” (Orson Welles)


 
Σε περιόδους όπου οι καταστάσεις γίνονται πολύ ζόρικες, πιάνω το μυαλό μου να ελίσσεται σαν χέλι και να ξεγλιστρά από σχεδόν αόρατες χαραμάδες, για να βρει φως μέσα στο αδιαπέραστο τοίχος της ρουτίνας. 

Ανακάλυψα πως είναι απελευθερωτικό να παρατηρείς τις μικρές καθημερινές μεταβολές χωρίς να χάνεις την μεγάλη εικόνα. Νιώθεις λιγάκι σαν θεός που παρατηρεί τον κόσμο αφ΄υψηλού, χαμογελώντας συγκαταβατικά στις ατυχίες, που τώρα φαίνονται μικρές και ασήμαντες.
 Καμιά φορά αναλογίζομαι τις πιθανές παραλλαγές της ζωής μου, σαν στιγμιότυπα σε πολλαπλά παράλληλα σύμπαντα. Προσπαθώ να φανταστώ την πορεία που μπορεί να είχα ακολουθήσει, σ’ αυτά τα παράλληλα σύμπαντα, όπως ο σκακιστής που μελετάει την αναμενόμενη παρτίδα στο επερχόμενο τουρνουά. 

Αν πάλι βάλεις τον εαυτό σου στην αντιπέρα όχθη, σου προκαλεί εντύπωση, πόσο διαφορετικός μπορεί να είναι ο κόσμος στα μάτια διαφορετικών ανθρώπων. Διαπιστώνεις πως δεν υπάρχει μία πραγματικότητα αλλά δισεκατομμύρια εκδοχές της, όσες είναι και οι σκεφτόμενες μονάδες. Εκεί είναι που καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι η γρήγορη αντίληψη είναι μάλλον κατάρα παρά προσόν, γιατί αντιλαμβάνεσαι πολύ πιο γρήγορα την ματαιότητα των πραγμάτων γύρω σου και επιταχύνεις την ελεύθερη πτώση στο πουθενά. 

Με κινηματογραφική ταχύτητα εμφανίζονται στην οθόνη του μυαλού οι έννοιες της μοναξιάς και της ανθρωπο-συμβατότητας. «Βασικό συστατικό για την υπέρτατη ευτυχία,» έλεγε ο Αριστοτέλης, «είναι η ύπαρξη άλλων ανθρώπων.». Η σημερινή επιστήμη της κοινωνιολογίας υποστηρίζει πως οι άνθρωποι είναι συνδεδεμένοι σε δίκτυα, πολύ αντίστοιχα με αυτά των υπολογιστών, και πως ο αριθμός των συνδέσεων της κάθε μονάδας του δικτύου με άλλα «τερματικά», είναι καθοριστικής σημασίας για την ευτυχία του. Βέβαια, οι σύγχρονες έρευνες της κληρονομικότητας υποστηρίζουν ότι η ευτυχία, όπως και η δυστυχία, έχουν γενετική βάση σε ποσοστό που φτάνει το 50%, συμφωνούν όμως πως πρόκειται για  εξαιρετικά… κολλητικές  και μεταδιδόμενες (μέσω των δικτύων) ασθένειες! (Μήπως στα επόμενα χρόνια θα πρέπει να περιμένουμε … antivirus κατά της ανθρώπινης δυστυχίας; ) 

Όμως γιατί τόση προσκόλληση στους άλλους ομοίους μας; Γιατί το αίσθημα της μοναξιάς να είναι τόσο βασανιστικά έντονο, που να φτάνει να θεωρείται ως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της εποχής μας; «Ο άνθρωπος ως κοινωνικό ζώο έχει ανάγκη τους συνανθρώπους του» (John T Casioppo, Director of the University of Chicago Center for Cognitive and Social Neuroscience) Και αυτό είναι εξελικτικό κατάλοιπο από τότε που ως αδύναμο θηλαστικό έπρεπε να βρει τρόπο να επιβιώσει σε ένα περιβάλλον γεμάτο κινδύνους, που δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει όντας μόνος του. 

Ως τόσο, «ουκ εν τω πολλω το ευ, αλλά εν τω ευ το πολύ»… Η φύση των κινδύνων άλλαξε. Δεν αρκεί πια το πλήθος των ομοίων μας να μας περιβάλλει. Γιατί, πια, το ίδιο το πλήθος έχει μετατραπεί σε κίνδυνο. Κίνδυνο να χάσεις το ποιόν σου, να ξεχάσεις τα θέλω σου, και τελικά να μετατραπείς σε ξεραμένο φύλλο που ταξιδεύει στο ρεύμα του ποταμού χωρίς προορισμό.  Και τότε είναι που μπαίνει στο παιχνίδι η έννοια της συμβατότητας. Δεν αρκεί, λοιπόν, να είσαι σε ένα δίκτυο. Θα πρέπει να είναι ένα δίκτυο συμβατών με σένα ανθρώπων, να μπορείς να πεις με ανακούφιση «ναι, ανήκω εδώ…», για να νιώσεις αυτό το πολυπόθητο αίσθημα ασφάλειας και πληρότητας, που σε μετατρέπει από μίζερο απόκληρο σε κυρίαρχο του κόσμου. 

  Και αυτή η παρόρμηση του να ενταχθούμε σε ένα συμβατό με μας δίκτυο, και να διοχετεύσουμε κάπου αυτό που μας γεμίζει, είναι τόσο έντονη, που μας βάζει να κυνηγάμε χίμαιρες, και να αποδίδουμε την μορφή συμβατού αποδέκτη σε άψυχα αντικείμενα ή φανταστικούς εραστές. «Ζωή που δεν μοιράζεται είναι ζωή κλεμμένη» ακούμε την  Ελευθερία Αρβανιτάκη να τραγουδάει, παρ’ ότι 
«Ίσως εκείνο που ζητάς
εγώ να μην το έχω, 
κι απ' ότι ονειρεύτηκες, 
εγώ πολύ ν' απέχω.»


Συνεχίζω να μην καταλαβαίνω την ανθρώπινη φύση, παρά το γεγονός ότι έχω προσεγγίσει το μισό της προσδοκώμενης διάρκειας ζωής ενός μέσου ανθρώπου. Αναρωτιέμαι, μάλιστα, αν υπάρχει «ανθρώπινη φύση», ή είναι απλώς η φύση, που παίζει το δικό της παιχνίδι, χλευάζοντας την προσκόλληση του ανθρώπου να δημιουργεί γενικευμένες θεωρίες για κάτι που είναι εντελώς τυχαίο…

1/2/10

Λικνιζόμενοι στον απόηχο των ανασφαλειών μας

« …και αυτοί που εθεάθησαν να χορεύουν, θεωρήθηκαν τρελοί από αυτούς που δεν μπορούσαν να ακούσουν την μουσική…» Φ. Νίτσε


Συνέβει πριν μερικούς μήνες, σε μια προσπάθεια να προσθέσω λίγο χρώμα στη μουντή καθημερινότητα της ζωή μου, να πάρω την μεγάλη απόφαση και να χτυπήσω την πόρτα μιας σχολής χορού. Θα πρέπει να ομολογήσω ότι η σχέση μου με την κίνηση ήταν πάντα πολύ καλή, τόσο που έφτανα να εκτελώ (ίσως όχι και τόσο αρμόνικες) κινήσεις στον ύπνο μου (προς μεγάλη δυσφορία του όποιου δύστυχου τύχαινε κατά καιρούς να μοιράζεται το κρεβάτι μου). Όμως ο χορός είναι άλλο παραμύθι…

«Ο χορός είναι η ποίηση στην κίνηση» όπως είχε πει κάποιος. Και ακριβώς όπως η ποίηση έχει την ικανότητα να σε ταξιδεύει σε κόσμους μαγικούς έτσι και ο χορός έχει την ικανότητα να ξετυλίγει το κουβάρι των προσωπικών αναστολών και καλά απωθημένων «θέλω» με τρόπο εντελώς ξεχωριστό. Ίσως γι’ αυτό και η απάντηση στην ερώτηση «τι είναι χορός» δεν είναι τόσο απλή. Είναι άσκηση, τέχνη ή τρόπος επικοινωνίας;

Αν ψάξουμε για τον ορισμό θα βρούμε κάτι σαν «ρυθμική κίνηση που εκτελείται υπό την υπόκρουση μουσικής». Εδώ όμως, με βάση τη μαθηματική λογική, υπάρχει ένα λάθος. Από τα ιστορικά δεδομένα προκύπτει πως ο χορός ήταν εκείνος που έδωσε τον ορισμό στο ρυθμό και τον αντίστοιχο χαρακτήρα στη μουσική. Συγκεκριμένα, ο ρυθμός στην αρχαιότητα σήμαινε μορφή: αυτή που έπαιρναν τα μέλη του χορού στο θεατρικό δρώμενο, υπό την υπόκρουση της μουσικής, και οι παύσεις μεταξύ των διαδοχικών θέσεων ήταν εκείνες που έδινα το ξεχωριστό χαρακτήρα στα εκάστοτε ρυθμικά σχήματα.

Έχοντας ως βασικό χαρακτηριστικό, λοιπόν, την κίνηση, που αποτελεί κριτήριο για τον ορισμό ενός όντος ως «έμβιου», ο χορός δεν θα μπορούσε παρά να είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με κάθε εκδήλωση της ανθρώπινης ζωής. Ο ρυθμός, από την άλλη, τοποθετεί αυτήν την κίνηση στον άξονα του χρόνου, δίνοντας στο χορό χωροχρονική διάσταση, που καλείται ο εκάστοτε χορευτής να υποτάξει, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο την ομορφιά της εκφραστικής τέχνης.

Και αν η μουσική «είναι μια διαρκώς παλλόμενη ενέργεια, που συντονίζεται με την ενέργεια του δικού μας οργανισμού, για να μας εξιτάρει, να μας γαληνεύσει, και τελικά να μας προσφέρει διόδους φυγής», ο χορός μετατρέπει αυτήν την ενέργεια σε θεραπευτικό μέσο που εξυγιάνει και εναρμονίζει το σώμα με τον συναισθηματικό μας κόσμο. Δεν είναι τυχαίο που ο Αριστοτέλης εξέταζε το φαινόμενο του χορού ως σωματική αντίδραση στην συναισθηματική κατάσταση του ανθρώπου, και κατά συνέπεια, δείκτη της ψυχική του υγείας. Το θεωρούσε δε, μαζί με τον λόγο και την μουσική, ως βασικό τρόπο έκφρασης, όπου το χρησιμοποιούμενο μέσο είναι το ίδιο το ανθρώπινο σώμα.

Και επειδή μερικά πράγματα σ’αυτόν τον κόσμο (ευτυχώς) δεν αλλάζουν, μπαίνοντας στις σημερινές αίθουσες χορού συναντάμε ανθρώπους όλων των ηλικιών, να ανακτούνε την χαμένη τους ταυτότητα, να βρίσκουν την ισορροπία που τους έλλειπε ή να σηματοδοτούν μια νέα στροφή στην ζωή τους, μέσα από την εξερεύνηση των εκφραστικών δυνατοτήτων του σώματος τους. Η χορευτική επίδειξη γίνεται η πανηγυρική επιβεβαίωση της προσπάθειας, και οδηγεί στην αυτοαναβάθμηση του κάθε συμμετέχοντα σε «χορευτή», τοποθετώντας τον έτσι σε μια νέα κοινωνική ομάδα. Η ανασφάλεια και ο φόβος της γελοιοποίησης ξεθωριάζουν μπροστά στην έξαρση της προετοιμασίας και την προσμονή του λυτρωτικού χειροκροτήματος, οδηγώντας τελικά στο βίωμα μιας εμπειρίας επιτυχίας, που ανεβάζει την αυτοπεποίθηση και γεννάει μια αίσθηση ψυχικής ευφορίας. «Το να χορεύεις, είναι να βρίσκεσαι έξω από τον εαυτό σου. Μεγαλύτερος, ομορφότερος, δυνατότερος.» έλεγε η Agnes de Mille, μια από τις μεγαλύτερες χορεύτριες και χορογράφους του αιώνα μας.

Η αρμονία των κινήσεων δεν μπορεί παρά να φέρει την αρμονία των αισθήσεων. Η προσπάθεια να πειθαρχίσουμε το σώμα μας, μπορεί να γίνει μέσο εκτόνωσης, και για κάποιους, (ίσως και το μοναδικό) μέσο επικοινωνίας. « Ο χορός είναι η κρυμμένη γλώσσα της ψυχής. Η κίνηση ποτέ δεν λέει ψέματα. Είναι το βαρόμετρο που λέει τις ψυχικές καιρικές συνθήκες σ’ αυτούς που μπορούν να το διαβάσουν» (Martha Graham). Ίσως γι’ αυτό ο χορός είναι τόσο εύκολος για τα παιδιά που δεν έχουν μάθει ακόμα να λογοκρίνουν τις αντιδράσεις τους…

«Κλείσε τα μάτια κι άφησε το μυαλό
άνοιξ’ τα χέρια πιάσε τον ουρανό
Δώσε στη τρέλα σου λιγάκι απ’ το φως

ξέχνα το αύριο αρχίζει ο χορός» (Ονειραμα)