4/5/08

Στον κυκεώνα ενός «χωρίζουμε»...


Λοιπόν, η ιστορία μας ξεκινάει κάπως έτσι:

Ένας φίλος και μία φίλη γνωρίζονται μέσω άλλης φίλης και γίνονται φιλαράκια. Και μάλιστα πολύ καλά φιλαράκια ! Τόσα καλά που αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να φτιάξουν ένα κοινό κατάλυμα. Τα καταφέραν μια χαρά, και το κατάλυμα ήταν τόσο άνετο που χώραγε εκτός από τους ίδιους, δύο τριχωτά τετράποδα και όλους εμάς, τα αδέσποτα δίποδα που ψάχνανε γωνιά για να επιδοθούμε σε trivial-μπιριμπο-σκραμπλο κατάσταση. Αφού μάλιστα καταργήσανε και το κουδούνι για να γλυτώσουν από την υπερβολική ηχορύπανση!

Ένας χρόνος και κάτι ψηλά κυλίσανε από την κοσμοϊστορική απόφαση και πάνω που ετοιμαζόμασταν να ανακηρύξουμε τον φίλο και την φίλη ως το ζευγάρι της χρονιάς και να θεσπίσουμε επίσημο διάταγμα που να αναβαθμίζει το house τους σε playhouse, σκάει η κροτίδα!

Λίγο βιαστικά, ομολογουμένως, καθώς είχε μερικές μέρες ακόμα για την Ανάσταση, αλλά αφού έσκασε, τι να κάνουμε; Με λίγα λόγια, «δεν πάει άλλο, χωρίζουμε…» Πίκρα! Γι’ αυτούς και για μας...

Κάθε ρήξη ακολουθείται από ένα κύκλο διαπραγματεύσεων πριν καταλήξει σε σύρραξη. Για κάποιον περίεργο λόγο, θεωρούμε απαραίτητο όταν κάτι πολύ καλό τελειώνει, να βγάλουμε το χειρότερο εαυτό μας, ώστε να μην μείνει τίποτα όρθιο: ούτε ο άλλος, αλλά ούτε και εμείς.. Συνέπεια και αυτό της αυτοκαταστροφικής ανθρώπινης φύσης, που θέτει τον διακόπτη του αρχέγονου ένστικτου της αυτοσυντήρησης στο off.

Δεν βγάζω τον εαυτό μου απ’ έξω. Πριν ανακαλύψω τον όρο «αξιοπρέπεια» ειδικευόμουν στο να ανακαλύπτω πρωτότυπους τρόπους αυτό-ταπείνωσης.
Τι εννοώ με τον όρο αξιοπρέπεια; Νομίζω ο
W.B. Yeats το εξηγεί εξαιρετικά εύστοχα:

«Like the moon her kindness is,
if kindness I may call,
what has no comprehension in’t,
but is the same for all,
as though my sorrow were a scene
upon a painted wall.

So like a bit of stone I lie
Under a broken tree
I could recover if I shrieked
My heart’s agony
To passing bird, but I am dumb
From human dignity.”

(Σαν τη σελήνη ευγενική,
Αν έχει ευγένεια, μία
Που κατανόηση δεν έχει-
Με όλους είναι κυρία,
Λες και ειν’ η θλίψη μου σκηνή
Σε μια τοιχογραφία..

Σα μια πετρούλα στέκομαι
Κάτω από λυγαριά σπασμένη
Θα με γιατρέψει μια κραυγή
Απ’ την καρδιά, απελπισμένη,
Σ’ ένα περαστικό πουλί, μα...
Αξιοπρέπεια καταραμένη!

Μετ: Σπύρος Ηλιόπουλος)

Μα θα μου πει κανείς, είναι καλύτερα να βράζεις στο ζουμί σου από το να τα βγάλεις και να ελαφρώσεις; Εδώ όμως είναι και η πεπονόφλουδα: υπάρχουν πράξεις που χαρακτηρίζουν τους ανθρώπους, και καθώς είναι «καλύτερα να σου βγεί το μάτι παρά το όνομα», είναι προτιμότερο να ...παραψηθείς παρά να βγάλεις βόλτα τον καλά κρυμμένο πικρόχολο εαυτό σου. Η πίκρα της συναισθηματικής απώλειας είναι από μόνη της αρκετή, για να την κάνεις παπάρα στον ταπεινωτικό απόηχο της απώλειας του εαυτού σου.

Ένας χωρισμός, όσο φιλικά και αν γίνεται, δεν παύει να είναι ένας χωρισμός. Τα πυρά βάλλουν προς όλες τις κατευθύνσεις, πλήττοντας και άμαχο πληθυσμό, μέχρι που κάποιος θυμηθεί να υψώσει την σημαία τις εκεχειρίας. Σε έναν οδηγό προς ναυτιλλομένους (ήτοι: «Πώς να αντιμετωπίσεις έναν χωρισμό» Vera Peiffer) ανακάλυψα αυτό που από καιρό υποπτευόμουν: τo pattern είναι λίγο πολύ τo ίδιo, ανεξάρτητα από το ποιος, τι και γιατί ενός χωρισμού. Τα συναισθήματα που το συνοδεύουν; Θυμός, έντονος φόβος της μοναξιάς, πληγωμένη αυτοπεποίθηση, και κυνισμός που γυρνάει σε μπούμερανγκ παγιδεύοντας τους παθόντες στη φυλακή του. Και η λύση; Μία. Να προχωρήσεις με σταθερά βήματα μπροστά, γυρνώντας πίσω μόνο και μόνο για να μαζέψεις τα ψίχουλα που σου έχουν αφήσει οι προηγούμενες εμπειρίες και σου δείχνουν τον δρόμο της διαφυγής.

Το πιο έντονο ένστικτο σε όλα τα έμβια όντα είναι το ένστικτο της επιβίωσης, και ο άνθρωπος, αν μη τι άλλο, οφείλει να σεβαστεί τη θέση του στο ζωικό βασίλειο. Στο «χωρισμού εγκώμιον» διαβάζω: «Το κυρίαρχο ερώτημα ενός χωρισμού είναι η επιβίωση. Απαντήστε θετικά και προετοιμαστείτε κατάλληλα. Το πρώτο που έχετε να κάνετε είναι να οργανώσετε από την αρχή τη ζωή σας. Νέο σπίτι, νέο νοικοκυριό, νέοι φίλοι, νέοι έρωτες. Μην ενδώσετε στα απατηλά κελεύσματα διαφόρων δειλών του είδους: ‘ Μα τι πας να κάνεις; Πως θα τα καταφέρεις μόνος/η σου;’ Να είστε σίγουροι ότι προέρχονται από δειλούς και βολεψάκηδες. Στην αρχή θα είναι κάπως δύσκολα, ιδίως τις νύχτες, αλλά να είστε σίγουροι πως σύντομα όλα θα αλλάξουν και θα μάθετε να απολαμβάνετε ξανά τις μικρές πολυτέλειες της ελεύθερης ζωής.»

Να ξαναγυρίσω όμως στην ιστορία μας. Ο φίλος και η φίλη τελικά χώρισαν τα τσανάκια τους, με σπαραγμό ψυχής και συνοδεία πένθιμου εμβατηρίου. Και ως εκ του θαύματος, αποφάσεις που αιωρούνταν στον αέρα κάμποσο καιρό τώρα, παρθήκαν σε μια νύχτα, και σποράκια απωθημένων «θέλω» άρχισαν να σκάνε σε πράσινα βλασταράκια.
Τα τριχωτά τετράποδα αφέθηκαν να επιλέξουν τον τόπο κατοικίας τους , και όσο για μας, τα αδέσποτα δίποδα, μάλλον κερδισμένοι βγήκαμε, καθώς εκεί που είχαμε ένα
playhouse, τώρα θέλω να ελπίζω πως θα έχουμε δύο, συν ...μεγαλύτερη επιλογή σε επιτραπέζια!
Αλλά αυτή τη φορά...βάλτε και κανένα κουδούνι βρε παιδιά!

2 σχόλια:

Giousurum είπε...

ampelofilosofe, molis anakalysa to blog sou. Mou aresei (xoris na xero giati) i fotografia tou post.
Diavasa tin istoria kai kai mou ekane antyposi to exis: auto e ton xorismo kai tin epiviosi to pisteveis?
Kalo vrady

ampelofilosofos είπε...

Αν εννοείς ότι ορισμένες φορές χρειάζεται να χωρίσεις για να επιβιώσεις, ναι. Αν τη παρουσία του άλλου δίπλα σου την νιώθεις σαν τροχοπέδη και όχι σαν εφαλτήριο, ναι. Θα έλεγα ότι επιβάλεται ένας χωρισμός , αν μη τι άλλο για να ξαναβρείς την υγειά σου...