12/5/08

Ο παίζων άνθρωπος.


Οι λατινομαθείς θα προτιμούσαν τον Homo Ludens, που είναι απόγονος του Homo Faber και συγγενής τρίτης γενιάς με τον Homo Sapiens. Άνθρωποι όλοι τους, απλώς αυτός ο πρώτος, αφού έγινε πρώτα σοφός, μετά έμαθε να μαστορεύει, για να ανακαλύψει τελικά την αναντικατάστατη συμβολή του παιχνιδιού στην διαμόρφωση του σύγχρονου πολιτισμού μας.

Ο Johan Huizinga το λέει, όχι εγώ. Εγώ απλά το ανακάλυψα σε μια από τις συνηθισμένες μου επιδρομές σε κεντρικό βιβλιοπωλείο της Αθήνας. Η σχέση μου με τη φιλοσοφία είναι κάτι παραπάνω από χαλαρή, τα πάω όμως πάρα πολύ καλά με το παιχνίδι, και προκειμένου να θέσω μια καλή θεωρητική βάση στους ισχυρισμούς μου ότι το παιχνίδι δεν είναι δείγμα ανωριμότητας, αποφάσισα να διαβάσω φιλοσοφία.

Το βιβλίο ξεκινάει με την εξής πρόταση: «Το παιχνίδι είναι αρχαιότερο του πολιτισμού μας.» Αυτό δεν θέλει ιδιαίτερη φιλοσοφική αντίληψη: η κοινωνία των ζώων δεν χαρακτηρίζεται από κάποιον πολιτισμό, παρ’ όλα αυτά ξέρει να παίζει. Τα μικρά κουτάβια παίζουν. Μέχρι και τα έντομα παίζουν, τον καιρό του ζευγαρώματος. Αυτό που διαφοροποιεί το παιχνίδι στον άνθρωπο, λέει, είναι ότι έχει πνευματικότητα. Και ότι μέσα στον παιγνιώδη χαρακτήρα του είναι απολύτως σοβαρό. Χα, όχι παίζουμε!

Καθώς η λογική σκέψη δεν μπορεί να πάει αρκετά μακριά, «στα βάθη της καρδιάς μας νιώθουμε πως καμιά από τις αποφάνσεις μας δεν είναι απολύτως τελειωτική. Το ανθρώπινο πνεύμα δεν μπορεί να απελευθερωθεί από τον μαγικό κύκλο του παιχνιδιού παρά μόνο όταν στέφεται προς το απόλυτο.» . Έτσι, αντί του τετριμμένου και απαισιόδοξου «τα πάντα ματαιότης» διαλέγουμε το «το παν είναι παιχνίδι». Είμαστε τόσο εθισμένοι στο παιχνίδι που προτιμούμε να έχουμε ζαβολιάρηδες, που παρ’ ότι δεν τηρούν επ’ ακριβώς τους κανόνες, δεν αρνούνται το παιχνίδι, παρά τους αρνητές του παιχνιδιού, που μας χαλάνε την παρτίδα, αρνούμενοι την συμμετοχή τους σ’ αυτήν. Βέβαια, επειδή ο αληθινός πολιτισμός δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την ύπαρξη κάποιου στοιχείου παιχνιδιού, και επειδή το fair play είναι η καλή πίστη, που εκφράζεται με όρους παιχνιδιού, ο ζαβολιάρης τελικά κλονίζει τον ίδιο τον πολιτισμό, αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία, αφού μπορούμε να έχουμε ακόμα το παιχνίδι μας. Όχι, δεν θέλω να κάνω πολιτικο-κοινωνικές προεκτάσεις. Ο νοών νοείτω...

Ο παίζων άνθρωπος μου θύμισε τον «υπέροχο άνθρωπο», την γνωστή ταινία με τα κάμποσα βραβεία Oscar.

O John Nash, (υπό τη μορφή του Russell Crowe στην ταινία) είναι ο θεμελιωτής της θεωρίας των παιγνίων (game theory), η οποία, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι ο κρίκος που ενοποιεί όλες τις κοινωνικές επιστήμες. Η θεωρία αυτή είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, καθώς για πρώτη φορά λαμβάνει υπ’ όψη της και τους «ζαβολιάρηδες», γεγονός που πιθανών την κάνει τόσο πετυχημένη στον σύγχρονο (δυτικό) πολιτισμό.

Θα προσπαθήσω να εξηγήσω αυτό που κατάλαβα με το φτωχό μου μυαλό ότι λέει. Η βασική ιδέα έχει ως εξής: ο κάθε παίκτης από τους n που συμμετέχει σ’ ένα παιχνίδι παίρνει αποφάσεις ανάλογα με τις προσδοκίες που έχει για τις αποφάσεις των άλλων. Αν αυτό το φανταστούμε n φορές, που είναι οι συμμετέχοντες, φτάνουμε σε έναν φαύλο κύκλο που εκφράζει την αρχή της απροσδιοριστίας. Κοινώς, κάνουμε μια τρύπα στο νερό, χωρίς να καταλήγουμε σε κανένα αποτέλεσμα. Εκτός και αν... Όπως λέει ο κύριος Nash, η λύση (λέγεται και σταθερά ισορροπίας Nash) είναι η επιλογή που θα αφήσει όλους τους συμμετέχοντες με τις λιγότερες απώλειες. Ένταξη, δεν θα είναι πολύ ευχαριστημένοι, αλλά τουλάχιστον δεν θα είναι πολύ δυσαρεστημένοι.

Βέβαια, ποιος θα ήθελε να αρκεστεί απλά στην μη απώλεια, χωρίς να επιδιώξει να έχει κάποιο κέρδος; Και εδώ έρχεται το παζάρεμα (bargaining)... Δηλαδή: «εάν εσύ δεν διαλέξεις αυτό που θα σου δώσει τις μικρότερες απώλειες, αλλά αυτό που θα μου μεγιστοποιήσει τα κέρδη, εγώ θα μοιραστώ μαζί σου το κέρδος μου, έτσι ώστε να έχεις και εσύ κέρδος παρά τις απώλειες.»

Εδώ είναι που μπαίνουν στο προσκήνιο οι ζαβολιάρηδες. «Το πρόβλημα δεν είναι τόσο ότι ο πειρασμός να αθετήσεις την υπόσχεσή σου είναι ακατανίκητος, αλλά ότι την αθετείς επειδή φοβάσαι πως οι ‘άλλοι’ δεν θα αντισταθούν στον ίδιο πειρασμό» όπως λέει ένας άλλος κύριος, ονόματι Thomas Hobbes. Επομένως, αν όλοι όσοι έπαιρναν μέρος στο παζάρεμα ήταν λογικοί δεν θα καταλήγαμε πουθενά.

Ο κύριος Nash όμως, καθότι λιγάκι τρελός (μιάς και πάσχει από σχιζοφρένεια), είχε την ευφυΐα να σκεφτεί το εξής απλό: αν υπήρχε ένας και μοναδικός συνδυασμός-λύση μεταξύ προσφορών, απειλών και προτάσεων, οι bargainers θα μπορούσαν να τον χρησιμοποιήσουν για να προβλέψουν την τελική έκβαση, κάτι που ως τόσο, θα αναιρούσε την ανάγκη για διαπραγμάτευση, άρα δεν ισχύει. Αλλά τότε, ανάμεσα στις άπειρες, θεωρητικά, λύσεις ποια θα πρέπει να προτιμηθεί;

Η απάντηση είναι εξίσου απλή: αυτή που μεγιστοποιεί το γινόμενο των οφειλών-κερδών όλων των συμβαλλόμενων μελλών. Δηλαδή, δεν είναι ανάγκη να έχουν όλοι το ίδιο κέρδος, αρκεί το κοινό συμφέρον να είναι μέγιστο. Απλό και εύχρηστο. Κάτι σαν το Ε=m*c . Από την άλλη, ίσως ο πιο έξυπνος και σωστός ορισμός του ιδεατού Κράτους. Και όχι μόνο. Δικαιολογεί και ορίζει σχέσεις συνεργασίας ή συμβίωσης, προβλήματα εξελικτικής βιολογίας, τις πιθανότητες να πάθεις τροχαίο ατύχημα ή να κερδίσεις στο πόκερ.

Το ζουμί που έβγαλα εγώ μετά από το ξεφύλλισμα έχει ως εξής:

- για να καταλάβεις τον κόσμο θα πρέπει να διαθέτεις μια σεβαστή ποσότητα τρέλας, και να χρησιμοποιείς την λογική σου μόνο για να ορίσεις τις πρακτικές λεπτομέρειες.

- ο καλύτερος τρόπος για να λύσεις ένα άλυτο πρόβλημα, είναι να μην προσπαθείς να βρεις τη λύση του.

- το παιχνίδι είναι η αγαπημένη απασχόληση των ευφυών ανθρώπων, και δεν έχει καμία σχέση με τον βαθμό ωριμότητας.

- η ιδέα του παιχνιδιού είναι τόσο στενά χωμένη μέσα στην ίδια την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, που όποιος δεν διαθέτει την διάθεση να παίξει, είτε έχει βαριάς μορφής διανοητική καθυστέρηση, είτε είναι κλινικά νεκρός.

Αλήθεια, είναι κανείς για μια παρτίδα σκάκι;

1 σχόλιο:

patsiouri είπε...

Kαλησπέρες και καλώς βρεθήκαμε!